Αυτοπυροβολισμός

Τις νύχτες υποδύομαι με επιτυχία τον εαυτό μου. Μαζεύω τις λέξεις σαν σαύρες από τους τοίχους του σαλονιού και τους κόβω τα ποδαράκια. Μ' αρέσουν περισσότερο έτσι, κουτσές. Τώρα είναι ανάπηρες, όπως όλοι μας. Δεν φταίω γι' αυτές, η νύχτα τις κάνει να χρειάζονται δεκανίκια. Η νύχτα τις τυφλώνει, δεν φταίω. Αλήθεια. Απλώς μιλώ μια άγνωστη γλώσσα.
Κάποτε, πριν από πολύ καιρό, μπορούσα και τις έδενα με χρωματιστούς σπάγγους για να τις ξεχωρίζω. Ηταν τότε που με διακατείχε η επιθυμία της αποκατάστασης. Μετά κατάλαβα ότι ο μόνος τρόπος για να αποκαταστήσεις τα πράγματα -και τις λέξεις- είναι να τα γκρεμίσεις. Γκρεμίζω, λοιπόν, με το μαχαίρι στην πλάτη, τον εαυτό μου. Αρχισα, βλέπεις, απ' τους πιο κοντινούς, τους προσφιλείς μου. Κάποια στιγμή, θα κοκαλώσω, το ξέρω. Θα κρυώνω τόσο πολύ, αλλά θα σκεπαστώ με τους «Χτίστες» του Χειμωνά. Εναν χειμώνα. Θα γίνω ένα περιφραγμένο οικόπεδο στην αυλή του κόσμου. Νοτιοανατολικό. Φιλήσυχο. Δεν θα βρέχει ποτέ.
Θα χτίσω εκεί ένα μικρό καφενείο που θα είναι και νησί - ανάλογα με τη χρήση. Απέναντί μου θα βάλω ένα παιδί. Θα το λένε Ευαγγελία. Οταν εγώ θα σερβίρω στο καφενείο, εκείνο θα τριγυρνάει στο νησί. Το φεγγάρι θα κολυμπάει στον ουρανό και ο θάνατος δεν θα έχει πια εξουσία.*
Τις νύχτες, προσπαθώ να σφηνώσω τον χρόνο στη τσέπη μου. Δεν χωράει. Τον βάζω στη γλώσσα μου για να τον δοκιμάσω. Πικρίζει λίγο. Αφήνει αναιδή ίχνη. Ο Καρούζος έλεγε ότι είναι θρίαμβος, αλλά εγώ πιστεύω ότι εγκαινιάζει τον φόβο. Ολα κάτι εγκαινιάζουν. Εσύ, ας πούμε, εγκαινιάζεις την πτώση. Δεν μ' αρέσει. Καθόλου. Θα σου βρω άλλο όνομα. Αδιάβροχο. Αλλωστε, εγώ, υπερτερώ σε κουρέλια. Εγώ. Μια οικολογική αντωνυμία. Μια σακούλα αυτοδιασπώμενη.
Αύριο είναι Μάιος. Και τα φώτα έχουν διαγραφεί. Η νύχτα μάς βλέπει. Μας φανερώνει. Σαν Παρασκευή προς το τέλος της. Στο καφενείο, εισπνοές - εκπνοές. Ανάμεσά τους, εσύ. Υπάρχεις;
Από κάτω εκτείνεται ακόμη η πόλη: Ενας καθρέφτης της άνοιξης. 

Σταύρος Σταυρόπουλος 
Νύχτα είναι - θα περάσει

(ελευθεροτυπια Βιβλιοθήκη, Πέμπτη 30 Απριλίου 2009)

*Στίχος του Ντίλαν Τόμας, μετάφραση Γιώργος Μπλάνας, εκδόσεις Ελεύθερος Τύπος

φωτο:Κ.ΜΠΑΡΑΣ